Παρασκευή 30 Αυγούστου 2019

Πηνελόπη Γαίτη: «Συγκρίσεις χρονότoπων, ταξίδια και διακειμενικές συνδέσεις...»



 ( Σάμιουελ Μπέκετ)

  « ...Ήταν ένα κορίτσι λιγνό, μέτριο σ’ ανάστημα, με πλούσια μαλλιά ξανθοκόκκινα, φτενή μυτούλα, που στράβωνε κωμικά κατά το ένα μάγουλο. Το πρόσωπό της ήταν γεμάτο φακίδες, τα στρογγυλά ματάκια της παιχνίδιζαν έξυπνα και χαρούμενα. Δεν ήταν όμορφη, καθόλου. Όμως είχε μια κάποια γλύκα αισιόδοξη, που την έκανε με το πρώτο συμπαθητική.....».
     
....................
  «....Ανάλαφρη, απαλή σαν πεταλούδα σαν της δροσιάς το στάλαγμα στα κρίνα, σα μια πνοή ανέμου που αγγίζει σε βελούδα, σαν της αυγής την πρώτη χρυσακτίνα.......»
(Ρώμος Φιλύρας)
....................
   «.....Κι η φώκη , καθώς είχεν έρθει έξω εις τα ρηχά, ηύρε το μικρόν πνιγμένον σώμα της πτωχής Ακριβούλας, κι ηρχισε να το περιτριγυρίζει και να το μοιρολογά, πριν αρχίσει το εσπερινόν δείπνον της..............Αυτή ήταν η Ακριβούλα, η εγγόνα της γρια-Λούκαινας. Φύκια ΄ναι τα στεφάνια της, κοχύλια τα προικιά της...κι η για ακόμη μοιρολογά τα γεννοβόλια της τα παλιά. Σαν να ΄χαν ποτέ τελειωμό τα πάθια κι η καημοί του κόσμου».
(Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης)
......................
   « Ίσως να την λέγανε και ;.........».


                                                  










Πηνελόπη Γαίτη: «Βακχικές μεταμορφώσεις και συμβολισμοί στον Κιθαιρώνα...»



«...Οι «Βάκχες» για τον Ευριπίδη λειτουργούν ως εφαλτήριο παρουσίασης μεγάλων προβλημάτων που πάντα συγκλόνιζαν και εξακολουθούν να συνταράσσουν την ανθρώπινη ψυχή. Είναι μια τραγωδία συμβολισμών και πράξεων με αβέβαιο τέλος.
  Οι «Βάκχες» έχοντας ως πρωταγωνιστικό πρόσωπο τον Διόνυσο, τον νεαρό αγόρι που δε μεγάλωσε παιδί εκπέμπουν φωτεινότητα και λάμψη. Mοιάζουν να τη δανείζονται από τον ζωηρόχρωμο και αθάνατο πρωταγωνιστή της  και πρωταγωνιστή της ίδιας της ζωής. Όμως ταυτόχρονα οι «Βάκχες» είναι και σκοτεινές....εκπέμπουν τη σκοτεινιά και το φόβο που κυριαρχεί σε ένα βουνό σαν τον Κιθαιρώνα ..σε σημεία του σκοτεινά κι απίθανα που δεν τα είδε ανθρώπου μάτι.. Είναι η σκοτεινιά που εκπέμπει την αγωνία της λύτρωσης  που πρέπει να αποζητά ο άνθρωπος καθώς περιπλανιέται μόνος με τον εαυτό του στην απεραντοσύνη της ζωής..ο άνθρωπος που βαδίζει με συντροφιά εκείνη την πλευρά του Διονύσου, τη σκληρή, την εκδικητική, την άγρια την παρανοϊκή..όμως ευτυχώς που τα πράγματα δεν είναι μόνον έτσι, κι έρχεται ο Ευριπίδης για το υπένθυμίσει στον άνθρωπο της εποχής του , αλλά και στον άνθρωπο του σήμερα, αλλά και στον άνθρωπο του αύριο, ότι υπάρχει και η έτερη, η φωτεινή διονυσιακή πλευρά, η άχραντη, η πάναγνη, η φωτεινή και η απαρέγκλιτη, που δεν γνωρίζει εμπόδια και φέρνει μαζί της χαρές, αγάπη και ομορφιά πνεύματος και ψυχής...».


                                              












Πηνελόπη Γαίτη: « Γιαννούλης Χαλεπάς- Γιαννούλη, μη μιλάς για τη φθαρτότητα…….



«….να’μαι να σου σιγοψιθυρίζω και πάλι...πως όλα: χώμα, ουρανός και γη είναι ένα κι ακόμη, να μη φοβάσαι τη φθαρτότητα. Υπάρχει λένε για να αναιρεί τη ζωή, μα μην το πιστέυεις...τίποτα δεν χάνεται.
Το ξέρεις κι εσύ. Στην Τήνο, στο νεκροταφείο του Πύργου, το θυμάσαι κι αυτό...τόσα κυπαρρίσια, τόσοι ρόδακες, το λευκό μάρμαρο μιλάνε για την Αθανασία της ψυχής και την αγάπη που δε χάνεται.

 Με θυμάσαι Γιαννούλη, δεν με ξέχασες...είμαι η κόρη και θυμάσαι την στιγμή που με είδαν τα μάτια σου, μαρμάρινη κόρη του Μόναχου, της Αθήνας, της Τήνου......τόσα ταξίδια στο μπλε Αιγαίο που το αποχαιρέτησες έναν Aύγουστο του ...’30.

Με θυμάσαι Γιαννούλη και νιώθεις πως ο χρόνος περνάει και συνάμα στέκεται.... Θυμάσαι ποια μάτια σε έβλεπαν ...καλοκαίρι ήταν, καυτός ο ήλιος και οι γκρεμισμένοι μύλοι ψιθύριζαν το παραμύθι τους....το θυμάσαι, δεν γίνεται....Κι αυτή η κόρη θυμάται. Ποιος νοιάζεται για το αντίγραφο ή το πρωτότυπο;

Με θυμάσαι Γιαννούλη στα κρυφά δρομάκια της πράσινης μνήμης, αλλά και του θανάτου και της ζωής: 1851-1938. Έτσι απλά δύο γράμματα: Γ.Χ-1851-1938
Η κόρη που δεν τα ξεχνάει ποτέ..............................


Συμμετοχή έργου στις Χριστουγεννιάτικες Φωτιές Φλώρινας 2016


                                                






Πηνελόπη Γαίτη: « Άνδρος: ............κονσερβοκούτια κι άνθη του γυαλού, ιστορίες ή όνειρο;..»





  Τόπος: Άνδρος. Το τοπίο άνυδρο και παραδομένο στο φως του Αιγαίου και κάπου κάτω από τον ήλιο μερικά άδεια κονσερβοκούτια ενός ρημαγμένου Κονσερβοποιείου παροπλισμένου από χρόνια κείτονται στην άμμο... αυτό το Καλοκαίρι για κάποια από αυτά ήταν διαφορετικό. Σημαδεύτηκε η από χρόνια ακινησία τους, αλώθηκε η θανατερή πλήξη που τα κυριεύει τους παγωμένους χειμώνες που δεν έχουν να πουν καμμιά ιστορία κι όλο γυρίζουν και γυρίζουν ξανά και ξανά στα παλιά χρόνια της ευημερίας του Κονσερβοποιείου Πρεσπών. Κάποια αποκόπηκαν για λίγο από τη γενέθλια γη. Ταξίδι που θα τα σημαδέψει για πάντα...τι ήταν κι αυτό; Η χρόνια ανία τους διεκόπη αιφνιδίως.....και ξαφνικά βρέθηκαν σε ένα φωτεινό νησί ανάμεσα σε όμορφα λευκά λουλούδια συντροφιά ταπεινή, αγνή και πανέμορφη. Τα κονσερβοκούτια απορούν, δεν λένε τίποτα. Τι να πουν; Ίσως να ονειρεύτηκαν  αυτό το ταξίδι....κι είδαν πολλά κι άκουσαν και τα πιο όμορφα, όπως το θαυμαστό Χριστουγεννιάτικο διήγημα του μεγάλου Σκιαθίτη κοσμοκαλόγερου Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη (1851-1911) που δημοσιεύτηκε στις 24 Δεκεμβρίου στην εφημερίδα  Εστία.
 «....Τα δάκρυα της κόρης επίκραναν το κύμα τ᾿ αρμυρό, οι αναστεναγμοί της εδιαλύθηκαν στον αέρα, κι᾿ η προσευχή της έπεσε πίσω στη γη, χωρὶς να φθάσει στο θρόνο του Μεγαλοδύναμου. Ένα λουλουδάκι αόρατο, μοσχομυρισμένο, φύτρωσε ανάμεσα στους δυὸ αυτοὺς βράχους, οπού το λεν Ανθὸς του Γιαλού, αλλὰ μάτι δεν το βλέπει. Και το Βασιλόπουλο, που είχε πέσει στα χέρια των βαρβάρων, επαρακάλεσε να γίνῃ Σπίθα, φωτιὰ του πελάγους, για να φτάση εγκαίρως, ως την ημέρα που γεννάται ο Χριστός, να φυλάξη τον όρκο του, που είχε δώσει στη Λουλούδω.
   «Μερικοὶ λένε, πως το Άνθος του Γιαλοῦ έγινε ανθός, αφρὸς τοῦ κύματος. Κι᾿ η Σπίθα εκείνη, η φωτιὰ του πελάγου που είδες, Μάνο, είναι η ψυχὴ του Βασιλόπουλου, που έλιωνε, σβήσθηκε στα σίδερα της σκλαβιάς, και κανεὶς δεν την βλέπει πια, παρά μόνον όσοι ήταν καθαροί τον παλαιόν καιρόν, και οιΑελαφροΐσκιωτοι στα χρόνια μας».


                                            






Πηνελόπη Γαίτη: «Συνδέσεις κόκκινης μνήμης...»

   «Την έλεγαν Φτελιά. Δεν είχε άλλο όνομα κι αν είχε το είχε ξεχάσει. Προχωρούσε στο χιόνι μαζί με το κουβάρι της. Το άφηνε πίσω της σα...

Δημοφιλείς Αναρτήσεις